Κνίδωση: τι είναι πραγματικά;
Η κνίδωση αποτελεί μια αρκετά συχνή οντότητα, και περίπου ένας στους πέντε ανθρώπους θα εμφανίσει κνίδωση τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του. Αν και συχνά συγχέεται με τον κνησμό (φαγούρα), δεν χαρακτηρίζεται μόνο από την ύπαρξη αυτού.
"Περίπου ένας στους πέντε συνανθρώπους μας θα εμφανίσει κνίδωση, τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του"
Στους ασθενείς εκδηλώνεται με:
- χαρακτηριστικά εξανθήματα τα οποία ονομάζονται πομφοί,
- τη συνύπαρξη κνησμού (φαγούρας) και
- την εμφάνιση -σε κάποιες περιπτώσεις- αγγειοοιδήματος (πρήξιμο).
Περίπου οι μισοί ασθενείς θα εκδηλώσουν μόνο κνιδωτικό εξάνθημα, στο 40% των ασθενών θα συνυπάρχει και αγγειοοίδημα, ενώ σε ένα 10% θα εμφανιστεί μόνο αγγειοοίδημα, χωρίς εξάνθημα.
"Η κνίδωση είναι μια νόσος που χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση πομφών (πετάλες), αγγειοιδήματος (πρηξίματος) ή και των δύο"
Με ποια συμπτώματα εκδηλώνεται η κνίδωση;
Οι πομφοί είναι εξανθήματα που προεξέχουν από το δέρμα (υπερυψωμένα), έχουν έντονο κνησμό (φαγούρα) και υποχωρούν στην πίεση. Κεντρικά, εμφανίζουν μία ανύψωση από το δέρμα, άλλοτε άλλου μεγέθους. Η ανύψωση αυτή περιβάλλεται συχνά από ερυθρότητα (ερύθημα)(Εικόνα 1).
Συχνά οι πομφοί είναι πολλοί σε αριθμό, σχηματίζοντας την εικόνα γεωγραφικού χάρτη στο δέρμα. Οι βλάβες αυτές διαρκούν συνήθως λιγότερο από μία ημέρα, σε άλλα σημεία υποχωρούν και σε άλλα βγαίνουν νέες.
“Η διάρκεια της χρόνιας κνίδωση δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί”
Το αγγειοοίδημα είναι πρήξιμο που εμφανίζεται συνήθως στα βλέφαρα, στα χείλη, τα χέρια και τα γεννητικά όργανα (Εικόνα 2). Το αγγειοοίδημα εμφανίζεται περίπου στους μισούς ασθενείς και διαρκεί λίγο περισσότερο από μια ημέρα. Κάποιες φορές, το αγγειοοίδημα συνοδεύεται από αίσθημα πόνου, παρά κνησμού.
“Η ένταση και το μέγεθος του αγγειοοιδήματος μπορεί να ποικίλλει”
Οξεία και χρόνια κνίδωση
Στους περισσότερους ασθενείς με κνίδωση, αυτή θα έχει πλήρως υποχωρήσει μετά από μερικές εβδομάδες. Στις περιπτώσεις αυτές ονομάζεται οξεία κνίδωση. Σε ένα μικρό ποσοστό ασθενώς, όμως, τα συμπτώματα θα επιμείνουν για περισσότερο από 6 εβδομάδες (χρόνια κνίδωση).
“Η χρόνια κνίδωση διαρκεί για περισσότερο από 6 εβδομάδες”
Η βασική διαφορά μεταξύ οξείας και χρόνιας κνίδωσης είναι η διάρκεια, ενώ τα συμπτώματα είναι πρακτικά τα ίδια. Όταν όμως η κνίδωση επιμένει, θα πρέπει να αναζητηθούν πιθανές υποκείμενες καταστάσεις ή νοσήματα που ενδεχομένως συνυπάρχουν.
Έτσι, στους ασθενείς με χρόνια κνίδωση θα πρέπει να γίνεται ένας βασικός έλεγχος για την ύπαρξη υποκείμενων νοσημάτων. Αντιθέτως, δεν υπάρχει λόγος να γίνεται έλεγχος σε αεροαλλεργιογόνα όπως γύρεις και ακάρεα. Ενημερωθείτε εκτενέστερα στο αντίστοιχο άρθρο του ιστοτόπου για την χρόνια κνίδωση.
“Η κνίδωση δεν προκαλείται από ακάρεα, γύρεις ή άλλα αεροαλλεργιογόνα”
Πως προκαλείται και ποιά τα είδη της;
Ο βασικός μεσολαβητής της κνίδωσης είναι η ισταμίνη. Η ισταμίνη είναι μια ουσία που φυσιολογικά περιέχεται σε κύτταρα που ονομάζονται μαστοκύτταρα. Στους ασθενείς με κνίδωση, τα μαστοκύτταρα του δέρματος ενεργοποιούνται ευκολότερα, είτε αυθόρμητα, είτε συνεπεία παραγόντων, ενδογενών ή εξωγενών.
Πέραν του διαχωρισμού με βάση τη διάρκεια, η κνίδωση κατηγοριοποιείται ανάλογα και με το αίτιο που τις προκαλεί. Συχνά, μπορεί να εμφανίζονται συνεπεία εξωγενών, φυσικών παραγόντων και ονομάζονται φυσικές (επαγόμενες) κνιδώσεις. Τέτοιοι παράγοντες μπορεί να είναι το ψύχος, μηχανικά ερεθίσματα και η υπεριώδης ακτινοβολία του ηλίου.
Οι επαγόμενες κνιδώσεις ταξινομούνται ως εξής:
- συμπτωματικός δερμογραφισμός
- εκ ψύχους (στο κρύο)
- επιβραδυνόμενη εκ πιέσεως
- ηλιακή
- εκ θερμότητας
- αγγειοοίδημα εκ δονήσεως
- χολινεργική
- εξ επαφής
- υδατογενής
Ποιά τα αίτια της κνίδωσης;
Σε ασθενείς με κνίδωση, υπάρχουν παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα να εμφανιστούν πομφοί ή/και αγγειοοίδημα ή -εάν συνυπάρχουν- να επιδεινωθούν. Τέτοιοι παράγοντες μπορεί να είναι:
- χρόνιες ή οξείες λοιμώξεις
- ο πυρετός ή η αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος
- το ψυχικό ή συναισθηματικό στρες
- συντηρητικά και χρωστικές που χρησιμοποιούνται σε τρόφιμα
- φάρμακα, όπως η ασπιρίνη και άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη
- ορμόνες (όπως λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως στις γυναίκες)
- η κατανάλωση αλκοόλ
Επιπρόσθετα, σε ασθενείς που πάσχουν από φυσικές κνιδώσεις η έκθεση στον ανά περίπτωση υπεύθυνο παράγοντα μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα. Για παράδειγμα, σε ασθενείς που πάσχουν από κνίδωση εκ ψύχους, τα πρώτα μπάνια στη θάλασσα είναι από τις συχνότερες καταστάσεις που οδηγούν σε εμφάνιση συμπτωμάτων.
Είναι η κνίδωση απειλητική για τη ζωή;
Η κνίδωση καθαυτή δεν αποτελεί νόσο επικίνδυνη για τη ζωή. Τα βασικά της συμπτώματα, όπως αναφέρθηκε, είναι ο κνησμός, τα χαρακτηριστικά εξανθήματα (πομφοί), και το αγγειοοίδημα, όταν υπάρχει.
Παρά ταύτα, η οξεία κνίδωση μπορεί να εμφανιστεί και στα πλαίσια μιας αλλεργικής αντίδρασης άμεσου τύπου. Στις αντιδράσεις αυτές η βαρύτητα ποικίλλει. Στις ηπιότερες περιπτώσεις η αντίδραση αυτή δυνατόν να περιλαμβάνει μόνο το κνιδωτικό εξάνθημα. Σε βαρύτερες περιπτώσεις, η κνίδωση αποτελεί ένα μόνο από τα πολλά συμπτώματα μιας αναφυλακτικής αντίδρασης. Στους ασθενείς αυτούς άμεσα μετά την έκθεση σε αλλεργιογόνο (τροφές, φάρμακα, νυγμός υμενοπτέρου κ.α.), εκδηλώνονται αιφνίδια συμπτώματα και από άλλα συστήματα (αναπνευστικό, γαστρεντερικό, καρδιαγγειακό κ.α.).
Η εικόνα μιας τέτοιας αντίδρασης διαφέρει σημαντικά από την κνίδωση, τόσο την οξεία, όχι και τη χρόνια. Είναι, όμως, αναμενόμενο να προκαλεί συχνά σύγχυση στους αλλεργικούς ασθενείς αλλά και μη ειδικούς επαγγελματίες υγείας. Σε κάθε περίπτωση, η σωστή ενημέρωση από τον Αλλεργιολόγο σας θα σας επιλύσει τέτοιες απορίες.
Ενισχύοντας τη σύγχυση, ασθενείς που εμφανίζουν μόνο αγγειοοίδημα, χωρίς εξάνθημα, είναι δυνατόν να μην πάσχουν από κνίδωση. Στις περιπτώσεις αυτές το αγγειοοίδημα δεν προκαλείται από την ισταμίνη, επιμένει περισσότερο και δεν υποχωρεί με αντιισταμινικά ή/και κορτικοειδή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το κληρονομικό αγγειοοίδημα, το οποίο μπορεί να προκαλέσει σοβαρά και επικίνδυνα για τη ζωή επεισόδια. Αποτελεί μία σπάνια νόσο, με επεισόδια που διαρκούν αρκετά και μπορεί να εμφανισθούν και σε άλλα σημεία, όπως το γαστρεντερικό ή/και ο λάρυγγας.
Υπάρχει για την κνίδωση θεραπεία;
Η κνίδωση καθεαυτή δεν έχει αιτιολογική θεραπεία. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών με κνίδωση μπορεί να ελεγχθεί με την κατάλληλη αγωγή και τον περιορισμό των εκλυτικών παραγόντων.
Η βάση της αγωγής στην κνίδωση είναι τα αντιισταμινικά χάπια, και σε περιπτώσεις έξαρσης ή οιδήματος που επιμένει συμπληρωματικά χρησιμοποιούνται κορτικοστεροειδή. Σε ασθενείς με συμπτώματα που επιμένουν παρά την αγωγή, περισσότερο εξειδικευμένες θεραπείες με δυνατότητα ανοσοτροποποίησης μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
Τα τελευταία χρόνια η χρήση του μονοκλωνικού παράγοντα ομαλιζουμάμπη (Omalizumab, Xolair®) συστήνεται και αποτελεί πρόσθετη αγωγή στους ασθενείς όπου τα αντιισταμινικά δεν επαρκοούν για τον έλεγχο της κνίδωσης.
“Η χρήση χαπιών κορτιζόνης για την κνίδωση δεν θα πρέπει να ξεπερνά τις 5-7 ημέρες”